i love linguistics!


δειξε μου το φιλο σου να σου πω ποιος εισαι

Η γλώσσα και η πραγματικότητα συχνά έχουν σχέση. Λέει η αδερφή μου για παράδειγμα  «Φέρε λίγο την παντόφλα!» και καταλαβαίνω αμέσως ότι o ήχος [pandófla] αντιστοιχεί στο ξώφτερνο (!) ελαφρύ υπόδημα που φοράμε στο σπίτι. Αν η αδερφή μου όμως έχει πολλά ζευγάρια παντόφλες, ποιο είναι αυτό που θέλει; Ή αν πάλι χρησιμοποιεί τη λέξη «παντόφλα» μεταφορικά κι εννοεί το παλιάς τεχνολογίας κινητό της; Τελικά ίσως η πιο ευθεία αντιστοίχιση γλώσσας και πραγματικότητας είναι όταν δεν ονοματίζουμε κάτι, αλλά το δείχνουμε. Το φαινόμενο της «δείξης» λοιπόν είναι σα να σηκώνεις μέσω της γλώσσας το χέρι και να δείχνεις κάτι.

pointing1Όταν λες, ας πούμε, «εγώ έφαγα» ή»εσύ γέλασες», δείχνεις ποιος έκανε κάτι (προσωπική δείξη). Επίσης και τα ίδια τα ρήματα «έφαγα» ή «γέλασες» μας δείχνουν από την κατάληξή τους το ποιος. Η ρηματική κατάληξη βέβαια μπορεί να ξεγελάσει. «Τι θα πάρετε;» ρωτάει ένας σερβιτόρος έναν κύριο κι από την κατάληξη του ρήματος νομίζεις ότι απευθύνεται σε πολλούς. Πρόκειται βέβαια για το γνωστό πληθυντικό ευγενείας ή αλλιώς τη διάκριση Τ / V (όχι από την τηλεόραση, αλλά από τα γαλλικά tu / vous!). Λέμε επίσης «αυτός κοίταξε» δηλώνοντας ταυτόχρονα την απόσταση μεταξύ αυτού και εμάς. Ωστόσο μπορούμε να απευθυνθούμε και στον ακροατή μας σε τρίτο πρόσωπο, είτε ειρωνικά: «Εμ βέβαια, η κυρία Κάκια δεν μπόρεσε να έρθει Κατερινή!» ή με συναισθηματικές συνδηλώσεις: «Τώρα η Αννούλα μας θα διαβάσει και θα πέσει για ύπνο!»

Χρησιμοποιούμε επίσης φράσεις όπως «μένω εδώ» ή «κάθησε εκεί» για να δείξουμε το που (τοπική δείξη). Επίσης υπάρχουν ρήματα που με τη σημασία τους και μόνο «δείχνουν» τον τόπο, όπως τα «έρχομαι» και «πάω». Σκεφτείτε βέβαια την περίπτωση, ενώ ζείτε μόνιμα στη Λάρισα κι έχετε πάει για λίγο στα Τρίκαλα, να πείτε σε κάποιον: «Το άλλο Σάββατο θα έρθει ο Γιώργος εδώ από Αθήνα!» και μ’ αυτό το «εδώ» να εννοείτε τη Λάρισα κι όχι τα Τρίκαλα στα οποία βρίσκεστε τη στιγμή που λέτε «εδώ». Μη βιαστείτε να συμπεράνετε λανθασμένη χρήση του δεικτικού. Η τοπική δείξη εξαρτάται κάθε φορά από την οπτική του ομιλητή.

Τέλος, με φράσεις όπως «φέρε τώρα τα λεφτά» ή «περνούσαμε ωραία τότε» δείχνουμε το πότε (χρονική δείξη). Το «τώρα» αναφέρεται πάντα στο παρόν του ομιλητή, το «τότε» όμως μπορεί να «δείχνει» απ’τη μια κάτι παρελθοντικό -όπως στο παραπάνω παράδειγμα- αλλά μπορεί και να δείχνει κάτι μελλοντικό π.χ. «Κλείσαμε εισιτήρια για τότε!», ανάλογα με το παρόν του ομιλητή. Βέβαια όταν ακούμε μια τέτοια φράση την ερμηνεύουμε σύμφωνα με τη χρονική στιγμή που αυτή εκφωνείται. Αν  κάποιος μου πει  «Γύρισα και του’πα: αύριο να είσαι στην ώρα σου!», εγώ σαν ακροατής μάλλον καταλαβαίνω ότι ο εν λόγω άνθρωπος αύριο πρέπει να είναι στην ώρα του. Ωστόσο ο ομιλητής μπορεί να εννοεί ότι προχθές του είπε να είναι την επόμενη μέρα στην ώρα του (άρα χτες!) 😀



κι εσυ πνιγεσαι με διχρωμα κασκολ
25 Σεπτεμβρίου, 2009, 06:47
Filed under: plus | Ετικέτες: ,

footballΌσο για τα σκουλήκια, πού είναι το πρόβλημα; Όλη η Ελλάδα σκουλήκια τους λέει. Τους είπα σκουλήκια, γιατί όλη η Ελλάδα τους αποκαλεί έτσι. (Γιάννης Γούναρης, προπονητής Νίκης Βόλου το 2004)

Το παραπάνω σχήμα λόγου όλοι το καταλαβαίνουμε. Μάλιστα καταλαβαίνουμε πως όταν λέει «σκουλήκια» δεν εννοεί τα μικρά ασπόνδυλα ζώα, αλλά τους οπαδούς του Άρη. Η δεύτερη σημασία του όρου «σκουλήκι» λοιπόν είναι μέρος του γλωσσικού συστήματος όλων μας. Οι ιδιότητες του σκουληκιού (με την κυριολεκτική του σημασία) «μεταφέρονται» στους αριανούς, οι οποίοι αντικειμενικά  έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από το ζώο σκουλήκι. Είναι άνθρωποι κι όχι ζωάκια που σέρνονται!

Το παραπάνω φαινόμενο ονομάζεται μεταφορά κι απασχολεί τους γνωσιακούς γλωσσολόγους. Αυτοί πιστεύουν πως ο άνθρωπος μέσα από την αισθησιοκινητική του εμπειρία κι αντίληψη του κόσμου διαμορφώνει τη γλώσσα. Όλοι μας έχουμε νιώσει πόσο βαρύ μπορεί να είναι ένα παλτό στο σώμα μας. Έτσι είμαστε όλοι σε θέση να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη «παλτό» για να περιγράψουμε ένα «βαρύ» άρα άχρηστο παίχτη:» Τι παλτό μας βγηκε αυτός ο Μουσλίμοβιτς!»

PAOKΗ μεταφορά δεν είναι τρόπος έκφρασης, αλλά τρόπος σκέψης. Σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι να αντικατασταθεί μια μεταφορά από μια μη μεταφορική έκφραση, χωρίς να χάσει κάτι από το νόημα της.  Όταν ήρθε ο Τόργκελε στον Παναθηναϊκό οι εφημερίδες τον χαρακτήριζαν «θωρηκτό», του προσδίδανε δηλαδή τις ιδιότητες ενός πλοίου μεγάλου εκτοπίσματος. Καθώς περνούσαν οι αγωνιστικές κι ο Τόργκελε δεν σταύρωνε γκολ, οι οπαδοί τον ειρωνεύονταν «θωρηκτό». Άντε να αντικαταστήσεις αυτή τη μεταφορά με μια πιο πετυχημένη κυριολεκτική φράση!

Είναι γεγονός ότι τα γλωσσικά συστήματα όλων των γλωσσών είναι σε μεγάλο βαθμό μεταφορικά δομημένα. Οι συμβατικές καθημερινές μεταφορές που χρησιμοποιούμε μάλιστα, χαρακτηρίζονται από «μονοκατευθυντικότητα»: Ο Νικοπολίδης μπορεί να είναι αίλουρος (;), ο αίλουρος όμως δεν μπορεί να είναι Νικοπολίδης. Επίσης η συμβατική μεταφορά  μπορεί να επεκταθεί και σε νέες εκφράσεις: Πριν μια δεκαπενταετία αν έλεγες κάποιον πρίγκιπα, θα εννοούσες ότι είναι αρχοντικός. Όλα αυτά ως τη στιγμή που ήρθε στη ζωή των αεκτζήδων ο πολυνίκης Μπάγιεβιτς κι έγινε εκείνος πρίγκιπας (η μεταφορά απέκτησε δηλαδή μια νέα σημασία).  Ο Ντούσαν βέβαια αργότερα  έγινε βάτραχος και ποιος ξέρει…ίσως τώρα που ανέλαβε γίνει ξανά πρίγκιπας. Θα δείξει!