i love linguistics!


Parent 1 (ou 2) cool!

115276334

Λίγες μέρες πριν, οι ελληνικές ειδησεογραφικές (;) ιστοσελίδες κατακλύστηκαν από κείμενα σχετικά με μία είδηση της γαλλικής επικαιρότητας: Η γαλλική Εθνοσυνέλευση ενέκρινε την τροπολογία υπέρ της χρήσης των όρων «γονέας 1» και «γονέας 2»  (parent 1 και parent 2) στα επίσημα σχολικά έγγραφα, με στόχο να αρθεί το εμπόδιο που συναντούσαν τα ομόφυλα ζευγάρια όταν έπρεπε να υπογράψουν ως «πατέρας» και «μητέρα» (père και mère). Τα «ειδησεογραφικά» αυτά άρθρα συνοδεύονταν -όπως ήταν αναμενόμενο- από «ψύχραιμους» τίτλους: «Παγκόσμιο σοκ με τον Μακρόν! Καταργεί τις λέξεις μπαμπάς και μαμά!», «Καταργούνται οι λέξεις μαμά και μπαμπάς – Τα παιδιά έχουν γονέα 1 και γονέα 2» και άλλα τέτοια ανακριβή.

Όπως έχουμε πει πολλές φορές σε αυτό το blog, τέτοιου είδους ρυθμίσεις στη γλώσσα είναι αδύνατες, καθώς οι ομιλητ@ς είναι εκείν@ που συντηρούν, μεταβάλλουν, εισάγουν ή και παύουν τη χρήση γλωσσικών στοιχείων σύμφωνα με τις ανάγκες τ@ς. Ακόμα και αν δεχτούμε, όμως, ως αληθή τα ελληνικά δημοσιεύματα, ότι δηλαδή ο Μακρόν θα εξαφανίσει τις λέξεις «μητέρα» και «πατέρας» από τα γραπτά κείμενα και θα ποινικοποιήσει τη χρήση των λέξεων στον δημόσιο προφορικό λόγο, να είστε σίγουρ@ ότι οι ομιλητ@ς θα τους δώσουν το φιλί της ζωής, γιατί τις χρειάζονται προκειμένου να «δείξουν» τη γονεϊκή αυτή σχέση.

Στα επίσημα γαλλικά έγγραφα ήταν άλλη η γονεϊκή σχέση που δεν είχε τρόπο να «δειχθεί», όχι γιατί οι γαλλόφων@ δεν ξέρουν πως να αποκαλέσουν τη σχέση ενός μέλους ομόφυλου ζευγαριού με το παιδί του, αλλά γιατί στα χαρτιά αυτή η γονεϊκή σχέση δεν αποτυπώνονταν. Έτσι, πριν την τροπολογία, αν σε ένα ζευγάρι και τα δύο μέλη αυτοπροσδιορίζονταν ως γυναίκες, θα έπρεπε η μία από αυτές να υπογράψει στα σχολικά έγγραφα ως «πατέρας». Η ασημάδευτη ως προς το φύλο λέξη «parent» διευκολύνει την κατάσταση, εφόσον συγχρόνως καλύπτει και τις περιπτώσεις των ετερόφυλων ζευγαριών με παιδί.

Η ορατότητα στο λόγο είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τις περισσότερες φορές τους ίδιους τους ανθρώπους που δεν εμφανίζονται στον λόγο, π.χ. στο πρόσφατο παρελθόν δεν εμφανίζονταν οι γυναίκες στα επίσημα γραπτά κείμενα του ελληνικού κράτους. Αν και ήσουν δηλαδή γυναίκα, υπέγραφες κάτω από το δήθεν γενικευτικό «φοιτητής», «καθηγητής», «υπογράφων» κτλ. Για πολλές αυτό ήταν άβολο. Ωστόσο στα μάτια των αντρών -αλλά και κάποιων γυναικών- η ενόχληση αυτή φάνταζε υπερβολική…ίσως μέχρι να σκεφτούν πώς θα τους φαίνονταν αν ένας άντρας έπρεπε να υπογράψει κάτω από ένα δήθεν γενικευτικό «φοιτήτρια», «καθηγήτρια», «υπογράφουσα».

Υ.Γ. Είναι ευκαιρία να θυμηθούμε το παράδειγμα της Σουηδίας, όπου επισήμως χρησιμοποιείται ένα νέο γραμματικό γένος για τους ανθρώπους που δεν αυτοπροσδιορίζονται ως γυναίκες ή άντρες.



δειξε μου το φιλο σου να σου πω ποιος εισαι

Η γλώσσα και η πραγματικότητα συχνά έχουν σχέση. Λέει η αδερφή μου για παράδειγμα  «Φέρε λίγο την παντόφλα!» και καταλαβαίνω αμέσως ότι o ήχος [pandófla] αντιστοιχεί στο ξώφτερνο (!) ελαφρύ υπόδημα που φοράμε στο σπίτι. Αν η αδερφή μου όμως έχει πολλά ζευγάρια παντόφλες, ποιο είναι αυτό που θέλει; Ή αν πάλι χρησιμοποιεί τη λέξη «παντόφλα» μεταφορικά κι εννοεί το παλιάς τεχνολογίας κινητό της; Τελικά ίσως η πιο ευθεία αντιστοίχιση γλώσσας και πραγματικότητας είναι όταν δεν ονοματίζουμε κάτι, αλλά το δείχνουμε. Το φαινόμενο της «δείξης» λοιπόν είναι σα να σηκώνεις μέσω της γλώσσας το χέρι και να δείχνεις κάτι.

pointing1Όταν λες, ας πούμε, «εγώ έφαγα» ή»εσύ γέλασες», δείχνεις ποιος έκανε κάτι (προσωπική δείξη). Επίσης και τα ίδια τα ρήματα «έφαγα» ή «γέλασες» μας δείχνουν από την κατάληξή τους το ποιος. Η ρηματική κατάληξη βέβαια μπορεί να ξεγελάσει. «Τι θα πάρετε;» ρωτάει ένας σερβιτόρος έναν κύριο κι από την κατάληξη του ρήματος νομίζεις ότι απευθύνεται σε πολλούς. Πρόκειται βέβαια για το γνωστό πληθυντικό ευγενείας ή αλλιώς τη διάκριση Τ / V (όχι από την τηλεόραση, αλλά από τα γαλλικά tu / vous!). Λέμε επίσης «αυτός κοίταξε» δηλώνοντας ταυτόχρονα την απόσταση μεταξύ αυτού και εμάς. Ωστόσο μπορούμε να απευθυνθούμε και στον ακροατή μας σε τρίτο πρόσωπο, είτε ειρωνικά: «Εμ βέβαια, η κυρία Κάκια δεν μπόρεσε να έρθει Κατερινή!» ή με συναισθηματικές συνδηλώσεις: «Τώρα η Αννούλα μας θα διαβάσει και θα πέσει για ύπνο!»

Χρησιμοποιούμε επίσης φράσεις όπως «μένω εδώ» ή «κάθησε εκεί» για να δείξουμε το που (τοπική δείξη). Επίσης υπάρχουν ρήματα που με τη σημασία τους και μόνο «δείχνουν» τον τόπο, όπως τα «έρχομαι» και «πάω». Σκεφτείτε βέβαια την περίπτωση, ενώ ζείτε μόνιμα στη Λάρισα κι έχετε πάει για λίγο στα Τρίκαλα, να πείτε σε κάποιον: «Το άλλο Σάββατο θα έρθει ο Γιώργος εδώ από Αθήνα!» και μ’ αυτό το «εδώ» να εννοείτε τη Λάρισα κι όχι τα Τρίκαλα στα οποία βρίσκεστε τη στιγμή που λέτε «εδώ». Μη βιαστείτε να συμπεράνετε λανθασμένη χρήση του δεικτικού. Η τοπική δείξη εξαρτάται κάθε φορά από την οπτική του ομιλητή.

Τέλος, με φράσεις όπως «φέρε τώρα τα λεφτά» ή «περνούσαμε ωραία τότε» δείχνουμε το πότε (χρονική δείξη). Το «τώρα» αναφέρεται πάντα στο παρόν του ομιλητή, το «τότε» όμως μπορεί να «δείχνει» απ’τη μια κάτι παρελθοντικό -όπως στο παραπάνω παράδειγμα- αλλά μπορεί και να δείχνει κάτι μελλοντικό π.χ. «Κλείσαμε εισιτήρια για τότε!», ανάλογα με το παρόν του ομιλητή. Βέβαια όταν ακούμε μια τέτοια φράση την ερμηνεύουμε σύμφωνα με τη χρονική στιγμή που αυτή εκφωνείται. Αν  κάποιος μου πει  «Γύρισα και του’πα: αύριο να είσαι στην ώρα σου!», εγώ σαν ακροατής μάλλον καταλαβαίνω ότι ο εν λόγω άνθρωπος αύριο πρέπει να είναι στην ώρα του. Ωστόσο ο ομιλητής μπορεί να εννοεί ότι προχθές του είπε να είναι την επόμενη μέρα στην ώρα του (άρα χτες!) 😀